Πτωχεύσεις “μικρού αντικειμένου” και “φυσικών προσώπων” με τον Ν.4738/2020

Γράφει ο Στάθης Δημ. Σταματελόπουλος, Νομικός Σύμβουλος Υ.Γ.Ε.ΜΗ. του Ε.Ε.Α.


Με τον Ν.4738/2020 για τη ρύθμιση οφειλών και την παροχή δεύτερης ευκαιρίας (νέος πτωχευτικός νόμος) προβλέφθηκαν μεταξύ άλλων και ευνοϊκές ρυθμίσεις για την πτώχευση και φυσικών προσώπων, που δεν διαθέτουν εμπορική ιδιότητα, δυνατότητα την οποία δεν προέβλεπε ο  προηγούμενος πτωχευτικός κώδικας.

Ειδικότερα δε, προβλέφθηκε και η ρύθμιση των πτωχεύσεων μικρού αντικειμένου, ήτοι μία εύκολη και ταχεία διαδικασία, ενώπιον του κατά τόπο αρμοδίου Ειρηνοδικείου, με την υποβολή ηλεκτρονικά αίτησης, μέσω του Ηλεκτρονικού Μητρώου Φερεγγυότητας, στο οποίο η αίτηση δημοσιοποιείται για χρονικό διάστημα τριάντα (30) ημερών.

Συγκεκριμένα στο άρθρο 78 παρ. 2 του Ν.4738/2020 προβλέπεται η ρύθμιση των πτωχεύσεων μικρού αντικειμένου, στην έννοια των οποίων υπάγονται οι περιπτώσεις, που ο οφειλέτης ικανοποιεί τα κριτήρια προσδιορισμού της πολύ μικρής οντότητας του άρθρου 2 του Ν. 4308/2014 (ΦΕΚ Α’ 251).

Με την έννοια πολύ μικρές οντότητες, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου  2 του Ν. 4308/2014, νοούνται οι οντότητες, οι οποίες, κατά την ημερομηνία του ισολογισμού τους δεν υπερβαίνουν τα όρια δύο τουλάχιστον από τα ακόλουθα τρία κριτήρια: α) Σύνολο ενεργητικού (περιουσιακών στοιχείων): 350.000 ευρώ, β) Καθαρό ύψος κύκλου εργασιών: 700.000 ευρώ και γ) Μέσος όρος απασχολούμενων κατά τη διάρκεια της τελευταίας, προ της κήρυξης της πτώχευσης, περιόδου τα 10 άτομα.

Η διαδικασία που εφαρμόζεται στις πτωχεύσεις μικρού αντικειμένου, αποκαλούμενη και ως απλοποιημένη διαδικασία, διεξάγεται σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 172 έως και 188 του Ν. 4738/2020, εφαρμοζόμενων παράλληλα των λοιπών γενικών διατάξεων του ιδίου νόμου στις περιπτώσεις έλλειψης ειδικότερων ρυθμίσεων.

Όπως πλέον ρητά ορίζεται στο άρθρο 76 παρ. 1 του Ν.4738/2020, πτωχευτική ικανότητα έχουν και τα φυσικά πρόσωπα, για τα οποία, εφόσον δεν ασκούν επιχείρηση και δεν συντάσσουν ισολογισμούς, το κριτήριο της ένταξής τους στην κατηγορία των οφειλετών, των οποίων η πτώχευση είναι μικρού αντικειμένου, περιορίζεται στην αξία του συνόλου της περιουσίας τους, που δεν πρέπει να υπερβαίνει -κατ’ αντιστοιχία, προς το ως άνω όριο του ενεργητικού των πολύ μικρών οντοτήτων-, το ύψος των 350.000 ευρώ (σύμφωνα με την διάταξη του άρθρου 78 παρ. 2 εδ. β’ του νέου ΠτΚ).

Σε πτώχευση κηρύσσεται ο οφειλέτης που βρίσκεται σε παύση πληρωμών, ήτοι αυτός, που αδυνατεί να εκπληρώνει τις ληξιπρόθεσμες χρηματικές υποχρεώσεις του, κατά τρόπο γενικό και μόνιμο. Κατά τη διάταξη του άρθρου 176 του νέου ΠτΚ τεκμαίρεται ότι, ο οφειλέτης στις περιπτώσεις πτωχεύσεων μικρού αντικειμένου βρίσκεται σε παύση πληρωμών, όταν δεν καταβάλλει τις ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις του προς το Δημόσιο, τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης, ή τα πιστωτικά ή τα χρηματοδοτικά ιδρύματα, σε ύψος τουλάχιστον 60% των συνολικών ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεών του για περίοδο τουλάχιστον έξι (6) μηνών, εφόσον η μη εξυπηρετούμενη υποχρέωσή του υπερβαίνει το ποσό των τριάντα χιλιάδων (30.000) ευρώ. Παράλληλα προβλέπεται ότι, ακόμη και η επιλεκτική εκπλήρωση κάποιων από τις ληξιπρόθεσμες χρηματικές υποχρεώσεις του οφειλέτη δεν αίρει την παύση πληρωμών του, η οποία μπορεί να συνίσταται και στην αδυναμία εκπλήρωσης ακόμα και μίας σημαντικής ληξιπρόθεσμης χρηματικής οφειλής.

Επιπλέον, ως προς την εκτίμηση της ακίνητης περιουσίας του φυσικού προσώπου, προκειμένου να κριθεί αν αυτός μπορεί να υπαχθεί στην διαδικασία της πτώχευσης μικρού αντικειμένου προβλέπεται ότι, η αξία αυτής προκύπτει κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 11 του νόμου.  Ως αξία των ακινήτων τα οποία δηλώνονται στην αίτηση, και εφόσον αυτά βρίσκονται στην Ελλάδα, λογίζεται η φορολογητέα αξία για τον υπολογισμό του ενιαίου φόρου ιδιοκτησίας ακινήτων (ΕΝ.Φ.Ι.Α.) σύμφωνα με τον Ν. 4223/2013 (ΦΕΚ Α 287), όπως αυτή προκύπτει από την τελευταία πράξη προσδιορισμού φόρου. Για γήπεδα εκτός σχεδίου πόλης και οικισμού, για τα οποία δεν προσδιορίζεται αξία ΕΝ.Φ.Ι.Α., ως αξία ακινήτων λογίζεται η αντικειμενική αξία αυτών, σύμφωνα με το άρθρο 41Α του Ν. 1249/1982 (ΦΕΚ Α’ 43) και τις ισχύουσες κατ’ εξουσιοδότηση κανονιστικές πράξεις.

Η αίτηση πτώχευσης μικρού αντικειμένου υποβάλλεται αποκλειστικά και μόνο ηλεκτρονικά, μέσω του Ηλεκτρονικού Μητρώου Φερεγγυότητας, στο οποίο δημοσιοποιείται για χρονικό διάστημα τριάντα (30) ημερών, σύμφωνα με την διάταξη του άρθρου 173 παρ. 1 εδ. 1 του Ν.4738/2020 . Με την αίτησή του ο οφειλέτης υποχρεούται να καταθέσει, επί ποινή απαραδέκτου, τις οικονομικές του καταστάσεις, εφόσον υπάρχουν, για την τελευταία χρήση για την οποία είναι διαθέσιμες, σύμφωνα με την διάταξη του άρθρου 174 παρ. 1. Σε περίπτωση αίτησης φυσικού ή νομικού προσώπου που δεν δημοσιεύει χρηματοοικονομικές καταστάσεις, με την αίτηση κατατίθεται επί ποινή απαραδέκτου η τελευταία δήλωση φόρου εισοδήματος, η δήλωση στοιχείων ακινήτων και, εφόσον συντρέχει περίπτωση, η κατάσταση οικονομικών στοιχείων από επιχειρηματική δραστηριότητα. Η αίτηση συνοδεύεται από κατάσταση του συνόλου των πιστωτών του και βεβαίωση της αρμόδιας οικονομικής υπηρεσίας για τα χρέη του οφειλέτη προς το Δημόσιο.

Σύμφωνα με την διάταξη του άρθρου 174 παρ. 2, η αίτηση μπορεί να συνοδεύεται και από άλλα έγγραφα που υποστηρίζουν τα παρεχόμενα από τον οφειλέτη στοιχεία, τα οποία υποβάλλονται σε ηλεκτρονικό αντίγραφο. Η αίτηση περιλαμβάνει συναίνεση πρόσβασης στα στοιχεία και στα συνοδευτικά έγγραφα που βρίσκονται σε βάσεις δεδομένων του δημόσιου τομέα ή των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων. Σύμφωνα δε με την διάταξη του άρθρου 78 του Ν.4738/2020, αρμόδιο πτωχευτικό δικαστήριο για την κήρυξη της πτώχευσης μικρού αντικειμένου είναι το Ειρηνοδικείο, στην περιφέρεια του οποίου ο οφειλέτης έχει την κύρια κατοικία του, εφόσον δεν ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα, όπως αυτή ορίζεται στα άρ. 21 και 47 του Ν. 4172/2013 (Α’ 167), ή το κέντρο των κυρίων συμφερόντων του. Σε περίπτωση δε σχετικής αμφισβήτησης, κύρια κατοικία είναι η αναφερόμενη ως κατοικία του οφειλέτη στην τελευταία προ της κατάθεσης αίτησης πτώχευσης, φορολογική δήλωσή του.

Οι πιστωτές που υποβάλλουν αίτηση πτώχευσης μπορούν να υποβάλλουν αίτηση προς την Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων για λήψη της σχετικής πληροφορίας, η οποία και υποχρεούται να τους την γνωστοποιήσει, σύμφωνα με την διάταξη του άρθρου 172 παρ. 2. Περαιτέρω, σε περίπτωση που, εντός του χρονικού διαστήματος του πρώτου εδαφίου της παρ. 1 του άρ. 173, ήτοι εντός χρονικού διαστήματος τριάντα ημερών από την ηλεκτρονική κατάθεση της αίτησης δεν υποβληθεί παρέμβαση κατά της αίτησης, ή υποβληθεί παρέμβαση που αφορά μόνο στον διορισμό συνδίκου, η αίτηση γίνεται δεκτή με μόνη τη διαπίστωση παρέλευσης του χρονικού διαστήματος από το πτωχευτικό δικαστήριο χωρία να ακολουθεί ουσιαστική συζήτηση της στο ακροατήριο του δικαστηρίου .

Με την ίδια απόφαση του το πτωχευτικό δικαστήριο, ορίζει και τον  εισηγητή και τον σύνδικο της πτώχευσης, αν έχει υποδειχθεί τέτοιος. Σε διαφορετική περίπτωση ο σύνδικος ορίζεται από τον εισηγητή, ο οποίος προσδιορίζει και την ημέρα παύσης των πληρωμών, εκτός αν συντρέχουν οι προϋποθέσεις καταχώρισης στο Μητρώο των στοιχείων του οφειλέτη, λόγω ανεπάρκειας περιουσίας, την οποία (καταχώρηση) διατάσσει ο εισηγητής, σύμφωνα με την διάταξη του άρθρου 173 παρ. 1 εδ. β’ και δ’ του νέου ΠτΚ.

Αντιλαμβάνεται λοιπόν κανείς ότι, η παραπάνω προβλεπόμενη από το Ν.4738/2020 διαδικασία για την πτώχευση μικρού αντικειμένου μπορεί να   αποτελέσει μία διέξοδο για έναν υπερχρεωμένο οφειλέτη (φυσικό πρόσωπο), παρά το γεγονός ότι, αυτός δεν διαθέτει εμπορική ιδιότητα, ή δεν ασκεί καν επιχειρηματική δραστηριότητα, αλλά είναι ένας μισθωτός ιδιωτικός υπάλληλος και να του παράσχει άμεση και ταχεία διέξοδο από τον εγκλωβισμό του σε μεγάλα χρέη έναντι τραπεζών, ή και του Ελληνικού Δημοσίου (ΑΑΔΕ) ή και των φορέων κοινωνικής ασφάλισης, ακόμα και στην περίπτωση που διαθέτει ακίνητη περιουσία που η αξία της δεν υπερβαίνει το ποσό των 350.000 Ευρώ, σε τρόπο ώστε, να εξασφαλίσει πράγματι μία δεύτερη ευκαιρία για να ξεκινήσει την ζωή του απαλλαγμένος χρεών.

© INSURANCE EEA 2024. All rights Reserved.
Designed by RDC Informatics