ΤτΕ για ασφαλιστική αγορά: Μεγάλα μερίδια σε λίγα χέρια, προοπτικές υπό όρους, επισημάνσεις επαναπροσδιορισμού στόχευσης, και αβέβαιες εκτιμήσεις κερδοφορίας

Σημαντικές επισημάνσεις για την ασφαλιστική αγορά, που θα πρέπει να προβληματίσουν τις εταιρείες και συντείνουν στον επαναπροσδιορισμό πρακτικών, τακτικών και επιλογών, ίσως και στρατηγικής περιέχει η Έκθεση για το 2020 της  Τράπεζας της Ελλάδος. Γίνεται σαφής η ανάγκη να συμπεριληφθούν και νέα στοιχεία στους στρατηγικούς σχεδιασμούς των εταιρειών ενώ το περιβάλλον χαμηλών επιτοκίων παραμένει παραμένει “αγκάθι” που δημιουργεί δυσκολίες και αβεβαιότητες.  Επισημαίνεται ακόμα ότι η εγώρια αγορά στάθηκε με επάρκεια στην πανδημία,  τις συνέπειες και την εμεπιρία της οποίας καλείται να συμπεριλάβει στους μελλοντικούς σχεδιασμούς.

Ειδικότερα στην Έκθεση στο μέρος που αφορά την ασφαλιστική αγορά:

  • Διακρίνονται υπό προϋποθέσεις προοπτικές στον κλάδο
  • Επισημαίνεται η ανάγκη δημιουργίας νέων προϊόντων ως συνέπεια των γενικότερων εξελίξεων
  • Θεωρείται ότι είναι αβέβαιες οι εκτιμήσεις για την κερδοφορία των ασφαλιστικών επιχειρήσεων
  • Διαπιστώνεται η συγκέντρωση που παρατηρείται στα μερίδια αγοράς

Αναλυτικά από τη έκθεση προκύπτει ότι: Η εγχώρια ασφαλιστική αγορά χαρακτηρίζεται από σημαντική συγκέντρωση, ιδιαίτερα στις επιχειρήσεις που ασκούν εργασίες ασφαλίσεων ζωής και στις επιχειρήσεις που ασκούν ταυτοχρόνως ασφαλίσεις ζωής και κατά ζημιών.

Οι 5 μεγαλύτερες εξ αυτών κατέχουν το 80% της σχετικής αγοράς, σε όρους τεχνικών προβλέψεων, ενώ οι 5 μεγαλύτερες ασφαλιστικές επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στις ασφαλίσεις κατά ζημιών, σε όρους ακαθάριστων εγγεγραμμένων ασφαλίστρων, κατέχουν μερίδιο που ανέρχεται σε 47% της σχετικής αγοράς.

Βασικά μεγέθη  της ασφαλιστικής αγορά που περιλαμβάνονται στην έκθεση :  

Στις 30.9.2020 δραστηριοποιούνταν στην ελληνική αγορά ιδιωτικής ασφάλισης:

  • 37 ασφαλιστικές επιχειρήσεις, έναντι 38 στις 30.9.2019, οι οποίες κατηγοριοποιούνται βάσει της άδειας λειτουργίας και των ασφαλιστικών τους εργασιών ως εξής:

• 2 επιχειρήσεις ασφαλίσεων ζωής,

• 18 επιχειρήσεις ασφαλίσεων κατά ζημιών και

• 17 επιχειρήσεις που ασκούν ταυτόχρονα δραστηριότητες ασφαλίσεων ζωής και ασφαλίσεων κατά ζημιών (συμπεριλαμβάνονται επιχειρήσεις του κλάδου ζωής που, εκ των ασφαλίσεων κατά ζημιών, ασκούν αποκλειστικά αυτές των κλάδων “Ατυχήματα” και “Ασθένειες”).

Από τις ως άνω 37 ασφαλιστικές επιχειρήσεις, 35 λειτουργούν και εποπτεύονται σύμφωνα με την ευρωπαϊκή οδηγία “Φερεγγυότητα II”, που εφαρμόζεται σε όλες τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) από 1.1.2016, ενώ 2 επιχειρήσεις εξαιρούνται, λόγω μεγέθους, από την εφαρμογή πλήθους απαιτήσεων που αφορούν και τους τρεις βασικούς πυλώνες της Φερεγγυότητας ΙΙ.

Εκ των 35 ασφαλιστικών επιχειρήσεων που υπόκεινται στις διατάξεις της Φερεγγυότητας II, οι 12 ανήκουν σε ασφαλιστικούς ομίλους με έδρα στο εξωτερικό και 5 σε ασφαλιστικούς ομίλους με έδρα στην Ελλάδα. Επίσης, 6 ασφαλιστικές επιχειρήσεις με έδρα στην Ελλάδα δραστηριοποιούνται σε λοιπές χώρες της ΕΕ με καθεστώς ελεύθερης παροχής υπηρεσιών.

Επιπρόσθετα, δραστηριότητα στην Ελλάδα ασκούν και 243 ασφαλιστικές επιχειρήσεις που έχουν την έδρα τους σε άλλο κράτος-μέλος της ΕΕ, 4 με καθεστώς είτε ελεύθερης εγκατάστασης (υποκατάστημα) είτε ελεύθερης παροχής υπηρεσιών, και οι οποίες εποπτεύονται, ως προς τη χρηματοοικονομική τους κατάσταση, από τις αρμόδιες εποπτικές αρχές των χωρών καταγωγής τους.

Στα τέλη του 2019, η ετήσια παραγωγή των επιχειρήσεων αυτών (εγγεγραμμένα ασφάλιστρα) ανερχόταν σε 975 εκατ. ευρώ ή ποσοστό 19% του συνόλου της ελληνικής ασφαλιστικής αγοράς. Εντός του 2020, αυξήθηκε το μερίδιο των ασφαλιστικών επιχειρήσεων με έδρα σε άλλο κράτος-μέλος με ελεύθερη παροχή υπηρεσιών ή καθεστώς ελεύθερης εγκατάστασης στην αγορά των ασφαλίσεων αστικής ευθύνης χερσαίων οχημάτων και ανήλθε σε 17,32% για το πρώτο εννεάμηνο του 2020 (από 16,99% το 2019). 

Τα οικονομικά μεγέθη που παρουσιάζονται κατωτέρω αφορούν μόνο τις 35 επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στην εγχώρια ασφαλιστική αγορά και που υπόκεινται στην, κατά Φερεγγυότητα ΙΙ, εποπτεία της Τράπεζας της Ελλάδος.

Η παραγωγή ακαθάριστων εγγεγραμμένων ασφαλίστρων στις ασφαλίσεις ζωής την περίοδο Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου του 2020 ανήλθε σε 1,5 δισεκ. ευρώ, μειωμένη κατά 5% συγκριτικά με την αντίστοιχη περίοδο του προηγούμενου έτους. Από το ανωτέρω ποσό, 0,45 δισεκ. ευρώ συνδέονται με επενδύσεις, αντιστοιχώντας σε 30% των συνολικών ακαθάριστων εγγεγραμμένων ασφαλίστρων δραστηριοτήτων ζωής, έναντι 21% την αντίστοιχη περίοδο του 2019, καταγράφοντας σημαντική αύξηση (κατά 36%).

Παράλληλα, παρουσιάστηκε μείωση των ακαθάριστων εγγεγραμμένων ασφαλίστρων τόσο των ασφαλίσεων με συμμετοχή στα κέρδη όσο και των άλλων ασφαλίσεων ζωής, με ποσοστό 22% έκαστο. Τα ασφάλιστρα των δραστηριοτήτων ασφαλίσεων κατά ζημιών ανήλθαν την ίδια περίοδο σε 1,5 δισεκ. ευρώ, αυξημένα κατά 1% συγκριτικά με την αντίστοιχη περίοδο του προηγούμενου έτους.

Από το ποσό αυτό, σημαντικότερα μερίδια αντιπροσωπεύουν οι ασφαλίσεις αστικής ευθύνης χερσαίων οχημάτων (36%), οι ασφαλίσεις πυρός (20%) και οι ασφαλίσεις νοσοκομειακών εξόδων (16%), με αντίστοιχες μεταβολές ασφαλίστρων έναντι του πρώτου εννεαμήνου του 2019 κατά -3%, +1% και +9%. 

Την ίδια περίοδο Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου του 2020, οι επισυμβάσες αποζημιώσεις ανήλθαν στα ίδια επίπεδα με την αντίστοιχη περίοδο του προηγούμενου έτους, ήτοι ποσό 1,0 δισεκ. ευρώ για τις ασφαλίσεις ζωής και 0,5 δισεκ. ευρώ για τις ασφαλίσεις κατά ζημιών, παρουσιάζοντας σημαντική μείωση (κατά 19%) στις ζημίες αστικής ευθύνης χερσαίων οχημάτων, εξαιτίας της μειωμένης κίνησης οχημάτων λόγω της πανδημίας

ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ ΤΗΣ ΑΓΟΡΑΣ 

Όσον αφορά πιο δομικά στοιχεία της αγοράς, προοπτικές, και στοιχεία που αφορούν τα οικονομικά μεγέθη των ασφαλιστικών εταιρειών στην Έκθεση αναφέρονται μεταξύ άλλων και τα εξής:

Στο απόσπασμα της Έκθεσης του Διοικητή για το έτος 2020, στο οποίο γίνεται αναφορά στις Επιχειρήσεις Ιδιωτικής Ασφάλισης, σημειώνονται τα εξής:

«Η ανάγκη κάλυψης έναντι διαφορετικών κινδύνων, όπως κινδύνων στον κυβερνοχώρο και αυτών που απορρέουν από την κλιματική αλλαγή, αλλά και έναντι των επιπτώσεων της πανδημίας, αυξάνει τη ζήτηση νέων ασφαλιστικών προϊόντων. Η τεχνογνωσία που έχουν αποκτήσει οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις σε συνδυασμό με την αποτελεσματική εποπτεία εντός του πλαισίου “Φερεγγυότητα ΙΙ” τους δίνουν τη δυνατότητα να αναλάβουν ουσιαστικό αναπτυξιακό ρόλο. Ο ρόλος αυτός αναμένεται να αυξηθεί περαιτέρω με την εισαγωγή των “Πανευρωπαϊκών Προσωπικών Συνταξιοδοτικών Προϊόντων”.

Το 2020 τα χρηματοοικονομικά μεγέθη της εγχώριας ασφαλιστικής αγοράς εξακολούθησαν ναεπηρεάζονται από το περιβάλλον των χαμηλών επιτοκίων, με την καμπύλη επιτοκίων μηδενικού κινδύνου, ιδίως στο βραχυπρόθεσμο τμήμα της, να κινείται σε αρνητικά επίπεδα. Οι ασφαλίσεις ζωής παρουσίασαν μικρή μείωση, με αύξηση όμως της παραγωγής ασφαλίσεων που συνδέονται με επενδύσεις, προς αντικατάσταση παραδοσιακών αποταμιευτικών προϊόντων. Όσον αφορά τις ασφαλίσεις ζημιών, αξιοσημείωτη είναι η αύξηση των ασφαλίσεων υγείας, καθώς και η μείωση των ασφαλίστρων ζημιών οχημάτων λόγω των περιοριστικών μέτρων που επιβλήθηκαν εξαιτίας της πανδημίας.

Η εκτίναξη της οικονομικής αβεβαιότητας σε συνδυασμό με τα πολύ χαμηλά επιτόκια καθιστούν αβέβαιες τις εκτιμήσεις για την κερδοφορία των ασφαλιστικών επιχειρήσεων σε ευρωπαϊκό επίπεδο και τις αποτιμήσεις των περιουσιακών στοιχείων τους. Σύμφωνα με τα μέχρι τώρα δεδομένα, ο εγχώριος ασφαλιστικός κλάδος φαίνεται να έχει αντεπεξέλθει ικανοποιητικά στις επιπτώσεις της πανδημίας. Δεν σημειώθηκαν σημαντικές διαφοροποιήσεις από το προηγούμενο έτος όσον αφορά την εκπλήρωση των διαχρονικών στόχων των εγχώριων ασφαλιστικών επιχειρήσεων σε επίπεδο λειτουργίας, πωλήσεων, εξυπηρέτησης και επιχειρηματικότητας. Η διατήρηση των παρεχόμενων υπηρεσιών, ο επαναπροσδιορισμός των ασφαλιστικών προϊόντων, η αναζήτηση εναλλακτικών δικτύων διανομής και η τεχνολογική αναβάθμιση της λειτουργίας του βοήθησαν τον εγχώριο ασφαλιστικό κλάδο, εν μέσω πανδημίας, να διατηρήσει τη χρηματοοικονομική του κατάσταση σε ικανοποιητικό επίπεδο.

Είναι όμως αδήριτη ανάγκη όλες οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις να επανεξετάσουν τα επιχειρηματικά μοντέλα τους λαμβάνοντας υπόψη τις επιπτώσεις της πανδημίας στη συμπεριφορά των καταναλωτών, τις αρνητικές επιδράσεις των χαμηλών ή και αρνητικών επιτοκίων στην κερδοφορία τους, καθώς και τις προκλήσεις που συνδέονται με την κλιματική αλλαγή. Επιπρόσθετα, θα πρέπει να επενδύσουν στην ψηφιακή επιχειρησιακή ανθεκτικότητά τους και να αναπτύξουν ένα ολοκληρωμένο σύστημα διαχείρισης κινδύνων που σχετίζονται με την ασφάλεια των συστημάτων και των προσωπικών δεδομένων».

 

 

© INSURANCE EEA 2024. All rights Reserved.
Designed by RDC Informatics