Ποτέ την Κυριακή…

Την πλήρη αντίθεσή της επαναλαμβάνει η ΓΣΕΒΕΕ για το άνοιγμα των καταστημάτων τις Κυριακές, που προωθεί το Υπουργείο Ανάπτυξης.

Όπως τονίζεται σε ανακοίνωση, οι επαγγελματοβιοτέχνες δεν κατανοούν την εμμονή του Υπουργείου σε ένα μέτρο που οδηγεί σε μεγαλύτερη δυσκαμψία την αγορά και τις επιχειρήσεις, αυξάνει το κόστος λειτουργίας και επιβαρύνει τους αυτοαπασχολούμενους.

Τονίζεται ότι σε έρευνες που έχουν γίνει σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες δεν έχει προκύψει θετικό αποτέλεσμα για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις από το άνοιγμα των καταστημάτων τις Κυριακές, ενώ η πλειοψηφία των εμπόρων τους οποίους αφορά το μέτρο αντιτίθενται συντριπτικά (78,4% στην έρευνα Ιανουαρίου 2013, ΙΜΕ-ΓΣΕΒΕΕ).

Ως προς το ρυθμιστικό σκέλος, σημειώνεται ότι στην Ελλάδα

– Το ισχύον κανονιστικό πλαίσιο επιτρέπει το άνοιγμα των καταστημάτων και τις Κυριακές κατόπιν εισηγήσεως των εμπορικών συλλόγων στις περιφέρειες και τους δήμους και σχετική απόφαση του αρμόδιου περιφερειάρχη ή δημάρχου. Τούτο προφανώς ισχύει και εφαρμόζεται σε όλες τις τουριστικές περιοχές.

Δεν υφίσταται απαγόρευση για καταστήματα ορισμένων κλάδων, τα οποία λειτουργούν τις Κυριακές χωρίς περιορισμό (ψιλικατζίδικα, περίπτερα, αρτοποιεία, ζαχαροπλαστεία, καφετέριες, εστιατόρια, ανθοπωλεία, κέντρα διασκέδασης, τα βενζινάδικα μερικώς, κάβες, καταστήματα ξηρών καρπών, video club, τουριστικά καταστήματα και όλα τα καταστήματα τουριστικών περιοχών).

– Το ωράριο λειτουργίας που ισχύει στη χώρα μας είναι από τα πιο διευρυμένα στην ΕΕ. Η περαιτέρω διεύρυνση του θα είναι ιδιαίτερα επιβαρυντική για τις πολύ μικρές επιχειρηματικές μονάδες και τους αυτοαπασχολούμενους.

Σημειώνεται ότι το Υπουργείο, δεν αναφέρει σε κανένα σημείο της εισήγησης, την προτεινόμενη διάρθρωση του ωραρίου τις Κυριακές, εκτός της γενικής αναφοράς περί σεβασμού της λατρευτικής παράδοσης.

Αναφορικά με την «μελέτη-παρουσίαση» του ΟΟΣΑ που έδωσε μερικώς στη δημοσιότητα το Υπουργείο σχετικά με τις θετικές επιπτώσεις που θα είχε το άνοιγμα των καταστημάτων τις Κυριακές, η ΓΣΕΒΕΕ κάνει τις εξής παρατηρήσεις:

1) Το άνοιγμα των καταστημάτων δεν είναι βέβαιο ότι θα αυξήσει την πραγματική δαπάνη, σύμφωνα και με παραδοχή της μελέτης. Υπάρχει η σοβαρή πιθανότητα η δαπάνη να παραμείνει αμετάβλητη. Το ενδεχόμενο αυτό ενισχύεται αν εφαρμόσουμε στο μοντέλο του ΟΟΣΑ την πραγματική απώλεια διαθέσιμου εισοδήματος που έχει συντελεστεί τα τελευταία χρόνια (σωρευτικά -20%), αντί του λεγόμενου πλεονάσματος καταναλωτή.

2) Υποστηρίζεται ότι ο καταναλωτής σήμερα με την υφιστάμενη ρύθμιση έχει απώλεια οφέλους ύψους 309 εκ. ευρώ. Αν το σημερινό μέγεθος της αγοράς είναι 24,7 δις (στοιχεία παρουσίασης), πόση θα πρέπει να είναι η εκτιμώμενη απώλεια ωφέλειας που έχει συντελεστεί λόγω της μείωσης του εισοδήματος του καταναλωτή (που είναι άμεσα μετρήσιμο μέγεθος;)

 

Στη συνέχεια επισυνάπτονται οι θέσεις και οι αναλύσεις της ΓΣΕΒΕΕ σχετικά με τις επιπτώσεις από το άνοιγμα των καταστημάτων τις Κυριακές.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι : ΕΠΙΔΡΑΣΕΙΣ ΣΤΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΜΕΓΕΘΗ

 

  • ΜΥΘΟΣ 1: ΑΥΞΗΣΗ ΤΖΙΡΟΥ ΑΠΟ ΤΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΚΑΤΑΣΤΗΜΑΤΩΝ ΤΙΣ ΚΥΡΙΑΚΕΣ

Ξεκινώντας από την υπόθεση, ότι η βασική παράμετρος για την αύξηση των πωλήσεων είναι το εισόδημα (τρέχον και μελλοντικό), θα πρέπει να είμαστε αρκετά επιφυλακτικοί ως προς την παραπάνω υπόθεση.

Η χώρα βυθίζεται για 5ο συνεχόμενο έτος σε ύφεση. Η πολυπόθητη ανάπτυξη που θα συμπαρασύρει εισοδήματα προς τα πάνω αργεί, ενώ η φορολογία αυξάνεται. Το 70 % των καταναλωτών, σύμφωνα με έρευνα του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ (Εισόδημα – Δαπάνες Νοικοκυριών – Δεκέμβριος 2012), αναμένει τις περιόδους εκπτώσεων και προσφορών προκειμένου να προχωρήσει σε αγορές, ακόμη και αναγκαίων αγαθών όπως ρουχισμό, υπόδηση.

Διάφορες μελέτες- σφυγμομετρήσεις οι οποίες ανιχνεύουν μια θετική στάση των καταναλωτών σε σχέση με τη διεύρυνση λειτουργίας των καταστημάτων, δεν καταγράφουν επ’ ουδενί ότι ο καταναλωτής θα αυξήσει τις αγορές του μετά την εφαρμογή ενός τέτοιου μέτρου.

Αντίθετα, δείχνουν μια τάση για διεύρυνση του χρόνου που πρόκειται να αφιερώσουν σε έρευνα αγοράς λόγω του περιορισμένου εισοδήματος.

Επιπρόσθετα, η ρύθμιση του υπουργείου περιλαμβάνει το άνοιγμα όλων των καταστημάτων για 6 Κυριακές το χρόνο, και συγκεκριμένα τις Κυριακές των εκπτώσεων και των εορτών. Αυτό σημαίνει ότι τα μεγάλα πολυκαταστήματα θα αφεθούν να λειτουργούν τις Κυριακές που σημειώνεται ούτως ή άλλως ο μεγαλύτερος τζίρος, άρα θα αποκτούν ένα φυσικό συγκριτικό πλεονέκτημα υπερλειτουργώντας τις καλές περιόδους και αδρανώντας τις υπόλοιπες. Τούτο θα συμπιέσει τους τζίρους των μικρών επιχειρήσεων τις καλές περιόδους, ενώ στο υπόλοιπο του έτους δεν θα αναμένεται κάποια ιδιαίτερη κίνηση.

Συνεπώς αυτό που αναμένουμε είναι μια μετατόπιση του τζίρου από τις Μικρές και Πολύ Μικρές επιχειρήσεις προς τα μεγάλα πολυκαταστήματα και όχι μια συνολική αύξηση του προς όφελος όλων των επιχειρήσεων.

 

  • ΜΥΘΟΣ 2: ΜΕΙΩΣΗ ΤΙΜΩΝ ΑΠΟ ΤΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΚΑΤΑΣΤΗΜΑΤΩΝ ΤΙΣ ΚΥΡΙΑΚΕΣ

Θα πρέπει να σημειώσουμε ότι σύμφωνα με τις τελευταίες μελέτες της ΕΛΣΤΑΤ, οι κλάδοι στους οποίους συγκεντρώνεται μεγάλος αριθμός μικρομεσαίων επιχειρήσεων έχουν καταγράψει ήδη αξιοσημείωτη πτώση στο επίπεδο τιμών (πχ κλάδος εστίασης).

Αυτή η πτώση των τιμών είναι αποτέλεσμα της μείωσης του τζίρου αλλά και της απορρόφησης του ΦΠΑ. Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις έχουν προσαρμοστεί πλήρως στη νέα πραγματικότητα. Το υπουργείο διατείνεται ότι το άνοιγμα των καταστημάτων τις Κυριακές θα επιφέρει ένα σπιράλ ανταγωνισμού μεταξύ μεγάλων και μικρών επιχειρήσεων με αποτέλεσμα φθηνότερα αγαθά και ωφέλεια του καταναλωτή. Εκτιμούμε ότι μεσοπρόθεσμα θα συμβεί το αντίθετο.

Οι μεγάλες επιχειρήσεις θα μπορούν να ασκήσουν «πόλεμο τιμών» βραχυχρόνια για να αντισταθμίσουν κάποιες σχετικές απώλειες από τη λειτουργία των μικρών καταστημάτων τις Κυριακές.

Ουσιαστικά έτσι, οι μικρές επιχειρήσεις θα εκτοπισθούν από την αγορά και λόγω του αυξημένου λειτουργικού κόστους, γεγονός που θα οδηγήσει σε αύξηση της ανεργίας αλλά και συγκέντρωση της αγοράς, με μεσοπρόθεσμο αποτέλεσμα ολιγοπωλιακές καταστάσεις.

 

  • ΜΥΘΟΣ 3: ΑΥΞΗΣΗ ΣΤΗΝ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ ΑΠΟ ΤΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΚΑΤΑΣΤΗΜΑΤΩΝ ΤΙΣ ΚΥΡΙΑΚΕΣ 

ΑΥΞΗΣΗ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ ΛΟΓΩ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΤΙΣ ΚΥΡΙΑΚΕΣ

 

Έρευνα ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ – ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ 2013

Είναι προφανές ότι η συνολική αρνητική ψυχολογία της αγοράς, το μειωμένο εισόδημα των καταναλωτών και η περιορισμένη ζήτηση επιδρούν πολύ αρνητικά στην πρόβλεψη για αύξηση απασχόλησης.

Άλλωστε, για να καταφέρει μια επιχείρηση να προσλάβει προσωπικό, θα πρέπει προηγουμένως να έχει προσδοκίες για αύξηση κατανάλωσης, παραγγελιών και βελτίωση του οικονομικού κλίματος.

Το άνοιγμα και μόνο των καταστημάτων τις Κυριακές δε θα επιδράσει σε καμιά από τις παραπάνω μεταβλητές.

ΓΕΝΙΚΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ

Θα πρέπει να σημειώσουμε, ότι ακόμη κι αν αναμένουμε για τα καταστήματα που θα λειτουργήσουν Κυριακή, μια πενιχρή βραχυχρόνια αύξηση του τζίρου (κυρίως σε ότι αφορά την ημερήσια κίνηση), θα πρέπει να προσδοκούμε επίσης και μια μείωση της καταναλωτικής κίνησης σε κλάδους οι οποίοι παρουσίαζαν υψηλό όγκο κατανάλωσης τα Σαββατοκύριακα.

Αυτές οι επιχειρήσεις που θα σημειώσουν κάμψη θα είναι κατά βάση τουριστικές επιχειρήσεις (ξενοδοχεία, ενοικιαζόμενα δωμάτια), επιχειρήσεις εστίασης και καφέ, καθώς και τοπικές αγροτικές οικονομίες. Ο λόγος είναι ότι θα υπάρξει υποκατάσταση της μιας αγοράς από μιας άλλης, χωρίς όμως αυξημένο οικονομικό αποτέλεσμα.

Δηλαδή, οι οικογένειες θα μειώσουν τις επισκέψεις στην ύπαιθρο (πχ σύντομα τριήμερα) λόγω εργασίας, θα περιορίσουν ενδεχομένως τις επισκέψεις σε μουσεία, εστιατόρια, πολιτιστικές εκδηλώσεις, θεάματα και βραδινές εξόδους. Τ

ο μόνο που θα επιτευχθεί θα είναι μια ανακατανομή της κατανάλωσης. Σε μεγάλο βαθμό θα επωφεληθούν οι μεγάλες υπεραγορές και mall που θα συγκεντρώνουν πολλαπλές δραστηριότητες εμπορίου, διασκέδασης, εστίασης.

Τέλος, θα πρέπει να επισημάνουμε τις σοβαρές μεταβολές που θα δημιουργήσει η εισαγωγή ενός τέτοιου μέτρου στην οικογενειακή και κοινωνική ζωή. Δεδομένης της ύφεσης, λίγες θα είναι οι επιχειρήσεις που θα προσλάβουν νέο προσωπικό.

Οι περισσότερες επιχειρήσεις θα επεκτείνουν το χρόνο της προσωπικής εργασίας και άλλες θα αυξήσουν τις ώρες εργασίας στο υφιστάμενο προσωπικό. Τούτο θα έχει τρομακτικές συνέπειες στον οικογενειακό προγραμματισμό, τη φροντίδα ηλικιωμένων και ανήλικων τέκνων, ενώ οι δομές κοινωνικής πρόνοιας που να καλύπτουν τέτοιες ανάγκες υπολειτουργούν, για να μην πούμε ότι είναι ανύπαρκτες.

Είναι σαφές ότι το επιχείρημα ότι «το μέτρο είναι προαιρετικό και όποιος θέλει μπορεί να ανοίξει», δεν υφίσταται σε αγορές επιθετικά ανταγωνιστικές, όπως είναι αυτές του εμπορίου.

Το υπουργείο Ανάπτυξης:

-χωρίς να έχει υπόψη του καμιά εμπεριστατωμένη μελέτη σχετικά με τις ωφέλειες και τα κόστη από το άνοιγμα των καταστημάτων τις Κυριακές,

-χωρίς να έχει διενεργήσει μια υποτυπώδη μελέτη επιπτώσεων,

-χωρίς να έχει διερευνήσει τις νομικές πτυχές του εγχειρήματος σχετικά με το δίκαιο του ανταγωνισμού και το ενδεχόμενο πιθανών προσφυγών,

-χωρίς να λαμβάνει υπόψη τις απόψεις των φορέων,

-χωρίς να λαμβάνει τις ιδιομορφίες της ελληνικής αγοράς και το γεγονός ότι πολλά καταστήματα παραμένουν ανοιχτά τις Κυριακές ακόμη και σήμερα,

-χωρίς να λαμβάνει υπόψη τα φαινόμενα μείωσης της κατανάλωσης σε ορισμένους κλάδους,

-χωρίς να αναλύει τη διάρθρωση της τουριστικής κατανάλωσης σε σχέση με το εγχώρια παραγόμενο προϊόν,

-χωρίς να διερευνά τις κοινωνικές συνέπειες στην οικογενειακή ζωή ελλείψει μάλιστα των κατάλληλων δομών κοινωνικής πρόνοιας, 

προωθεί μια ρύθμιση, η οποία μόνο αρνητικά οικονομικά και κοινωνικά αποτελέσματα θα επιφέρει στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, τους καταναλωτές και τα νοικοκυριά. 

Έρευνες – μελέτες, ιδιαίτερα οι ευρωπαϊκές (Παράρτημα 1), αναδεικνύουν ότι το ισχυρότερο όπλο στον ανταγωνισμό που συμβάλλει στη συρρίκνωση του δικτύου των μικρών λιανεμπορικών επιχειρήσεων, κατά μεγάλο βαθμό είναι οι συνεχείς διευρύνσεις του ωραρίου λειτουργίας των καταστημάτων.

Οι ίδιες μελέτες καταδεικνύουν μάλλον αρνητικά αποτελέσματα στις θέσεις απασχόλησης (ιδιαίτερα κάτω από συνθήκες ύφεσης) αλλά και στις τιμές. Οι δε, τάσεις υπερσυγκέντρωσης ισχυροποιούνται. Σύμφωνα με το δελτίο της ΕΕ (2012) , στην Ελλάδα δραστηριοποιούνται 703,648 πολύ μικρές επιχειρήσεις (έως 9 άτομα), 21,586 μικρές (10-49 άτομα), 2,649 μεσαίες (50-250 άτομα) και 399 μεγάλες επιχειρήσεις. Οι αυτοαπασχολούμενοι (χωρίς προσωπικό) υπολογίζεται ότι στην Ελλάδα υπερβαίνουν τις 300,000.

Την τελευταία, δε, δεκαετία οι μικρές και ιδιαίτερα οι πολύ μικρές επιχειρήσεις προσέφεραν το 85% των καθαρών νέων θέσεων εργασίας (ΕΕ, 17/01/2012). Τα στοιχεία αυτά πρέπει να λαμβάνονται υπόψη πριν από κάθε νομοθετική παρέμβαση γιατί η απασχόληση στην παρούσα οικονομική συγκυρία αποτελεί ύψιστη προτεραιότητα.

Το Υπουργείο Ανάπτυξης δυστυχώς κινείται στην ακριβώς αντίθετη κατεύθυνση.

 

© INSURANCE EEA 2024. All rights Reserved.
Designed by RDC Informatics