Προτάσεις για το νέο Κανονισμό Συμπεριφοράς Διαμεσολαβούντων

Σχέδιο πράξης με θέμα ''Κανονισμός Συμπεριφοράς των Προσώπων που ασκούν Ασφαλιστική Διαμεσολάβηση'' έχει τεθεί σε δημόσια διαβούλευση από την Τράπεζα της Ελλάδος και η προθεσμία, για την υποβολή προτάσεων από τους σχετιζόμενους με την Ιδιωτική Ασφάλιση φο

Σχέδιο πράξης με θέμα ''Κανονισμός Συμπεριφοράς των Προσώπων που ασκούν Ασφαλιστική Διαμεσολάβηση'' έχει τεθεί σε δημόσια διαβούλευση από την Τράπεζα της Ελλάδος και η προθεσμία, για την υποβολή προτάσεων από τους σχετιζόμενους με την Ιδιωτική Ασφάλιση φορείς, εκπνέει αυτές τις μέρες.

Σύμφωνα με πληροφορίες και δημοσιεύματα στον κλαδικό τύπο, τα σημεία στα οποία υπάρχουν αντιρρήσεις, εκ μέρους των Διαμεσολαβούντων, είναι αρκετά.

Συγκεκριμένα:

Στο άρθρο 2 παρ.1 στ, αναφορικά με τον σκοπό του κανονισμού, φαίνεται ότι το σκοπούμενο, μεταξύ άλλων, είναι οι διαμεσολαβούντες να εντοπίζουν και να αντιμετωπίζουν το λειτουργικό κίνδυνο των ασφαλιστικών επιχειρήσεων ,το οποίο, χωρίς μάλιστα να περιγράφεται το πλαίσιο εφαρμογής του όρου'' λειτουργικός κίνδυνος'', θεωρείται αδύνατο και εκτός του ορίου των αρμοδιοτήτων των Διαμεσολαβούντων.

Στο άρθρο 3, προσδιορισμού των εννοιών που σχεδιάζεται να γίνουν δεκτές από τον Κανονισμό, είναι πολύ πιθανόν να προβληθούν αντιρρήσεις σχετικά με:

  • τον ορισμό της έννοιας του δικτύου πρόσκτησης εργασιών (παρ.3) που χαρακτηρίζεται ως ευρύς, γενικός και αδόκιμος, ειδικά αν παραμείνει χωρίς μνεία στα πιστοποιημένα και εγγεγραμμένα στο οικείο επιμελητήριο πρόσωπα.
  • τον ορισμό της έννοιας του συνεργάτη (παρ.6) που χρήζει αποσαφήνισης και λεπτομερούς περιγραφής, αφού δεν συναντάται με αυτόν τον τρόπο αλλού στην ισχύουσα ασφαλιστική νομοθεσία ενώ δεν προκύπτει εάν αφορά εξωτερικούς συνεργάτες, που έχουν την ιδιότητα του Ασφαλιστικού Διαμεσολαβητή ή και συνεργάτες που συνδέονται με εξαρτημένη σχέση εργασίας με τον Διαμεσολαβητή και
  • τον ορισμό της έννοιας των συνδεδεμένων προσώπων (παρ.10) που, όπως επισημαίνουν φορείς της αγοράς, εισάγεται με τρόπο γενικό και αόριστο δημιουργώντας, ενδεχομένως, ευθύνες για μακρινά συγγενικά πρόσωπα που δεν έχουν καμία σχέση ή δεν διαμένουν με τον διαμεσολαβητή αλλά και σύγχυση αφού στην ήδη ισχύουσα ασφαλιστική νομοθεσία (Π.Δ 190/2006 άρθρο 2 παρ.7) η έννοια ''συνδεδεμένος'' χαρακτηρίζει πρόσωπα που ασκούν ασφαλιστική διαμεσολάβηση.

Στο άρθρο 4, περί γενικών αρχών και κανόνων συμπεριφοράς, εκτός των προσθηκών που θα προτείνουν για την προστασία του υγιούς ανταγωνισμού και την αποφυγή νομιμοποίησης αθέμιτων πρακτικών προσφοράς και διαφήμισης εκπτώσεων ,ευεργετημάτων, δώρων κλπ. καθώς και των πρακτικών-προτροπών που ακολουθούν Ασφαλιστικοί Διαμεσολαβητές και Ασφαλιστικές επιχειρήσεις, προκειμένου να μεταφέρουν τον πελάτη ,οι Διαμεσολαβούντες, είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα αντιδράσουν στα εξής σημεία:

  • Στην παράγραφο 1ζ, όπου δεν υπάρχει προσδιορισμός του χρόνου και του τρόπου τήρησης των στοιχείων.
  • Στην διάταξη της παραγράφου 2, που θεωρούν ότι καθιστά όλες τις υποχρεώσεις των Διαμεσολαβούντων αναγκαστικού   δικαίου, δημιουργώντας σύγκρουση με διατάξεις άλλων νομοθετημάτων που έχουν ισχύ ενδοτικού δικαίου.
  • Στην παράγραφο 3, που επεκτείνει την ευθύνη για μη τήρηση του Κανονισμού Συμπεριφοράς σε πρόσωπα που δεν έχουν καμία σχέση με τη μη νόμιμη πράξη(σύζυγο, σύντροφο, τέκνα, συγγενείς) αλλά και δεν προβλέπει για τα Νομικά Πρόσωπα, που σύμφωνα με το καταστατικό τους ασκούν κι άλλες δραστηριότητες, η ευθύνη να περιορίζεται μόνο στα μέλη της διοίκησης που ασκούν Ασφαλιστική Διαμεσολάβηση. 
  • Στην παράγραφο 6, δεδομένου ότι τώρα επιτρέπεται η συνεργασία με Αντασφαλιστικούς Διαμεσολαβητές Τρίτων Χωρών ενώ ελέγχεται η ορθότητα της διάταξης και για τους Ασφαλιστικούς Διαμεσολαβητές.
  • Στην παράγραφο 7, αφού η Πράξη του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος 2467/2011 ορίζει ότι όσοι ασκούσαν τη δραστηριότητα μέχρι της ισχύ της πράξης αυτής εξακολουθούν να την ασκούν χωρίς νέα πιστοποίηση.

Ασφαλείς πληροφορίες αναφέρουν ότι σχετικά με το άρθρο 5, περί προτύπων προσυμβατικής ενημέρωσης, οι παράγοντες της Διαμεσολάβησης θα ζητήσουν να μην απαιτείται η διερεύνηση και εξακρίβωση των οικονομικών δυνατοτήτων και ικανοτήτων κατανόησης από τον πελάτη, των όρων και των κινδύνων των ασφαλιστικών προϊόντων, δεδομένου ότι αυτές καθίστανται δυσχερείς έως αδύνατες(παρ 1γ).Θεωρούν επίσης εκτός των ορίων της ασφαλιστικής Διαμεσολάβησης, την καθοδήγηση του πελάτη στην πρόληψη ατυχημάτων και κινδύνων καθώς και στον περιορισμό της έκτασης των ζημιών του(παρ.8ε) ενώ κρίνουν τις προϋποθέσεις, της συνδρομής υπεύθυνης δήλωσης-συναίνεσης του πελάτη για αλλαγή κάλυψης ή προγράμματος της εταιρείας ως αδόκιμες, αφού με την πρακτική που ακολουθείται τώρα εξυπηρετούνται κατάλληλα οι προϋποθέσεις του Νόμου, από την υπογραφή των αιτήσεων ασφάλισης-ακύρωσης ή τροποποίησης.
Έντονες αντιδράσεις είναι πολύ πιθανό να εκδηλωθούν αναφορικά με τις διατάξεις της παραγράφου 5, σε συνδυασμό με αυτές της παραγράφου 7 του ίδιου άρθρου, δεδομένου ότι ειδικά οι Διαμεσολαβούντες αποκλειστικής συνεργασίας καθίστανται υποκείμενα παραβάσεων αφού από τη μία πρέπει να εφαρμόζουν αμμελητί τις οδηγίες της εταιρίας με την οποία συνεργάζονται αποκλειστικά και από την άλλη να παρέχουν αμερόληπτη ανάλυση και συμβουλές, με βάση τις ανάγκες του πελάτη, προτείνοντας όμως μόνο προϊόντα της εταιρείας αυτής.
Το θέμα αυτό άλλωστε είναι και παραμένει αγκάθι στις σχέσεις των διαμεσολαβούντων με τις ασφαλιστικές εταιρείες από τότε που ψηφίστηκε το Π.Δ 190/2006, που ενσωμάτωσε την Κοινοτική Οδηγία, για την Ασφαλιστική Διαμεσολάβηση, στο Εθνικό μας Δίκαιο.
Εκτιμάται δε ότι η κατάρτιση του νέου Κανονισμού Συμπεριφοράς είναι η κατάλληλη αφορμή για την επίλυση του.
Επίσης πιστεύεται ότι για την παράγραφο 10 του άρθρου 5 θα επισημανθεί το γεγονός ότι ο Ασφαλιστικός Διαμεσολαβητής δεν φέρει καμία ευθύνη αν προτείνει στον πελάτη ασφαλιστήριο συμβόλαιο ασφαλιστικής εταιρίας της οποίας μεταγενέστερα ανακλήθηκε η άδεια λειτουργίας, αφού δεν δύναται να γνωρίζει άρα και να αναπαράγει ειδήσεις που σχετίζονται με την φερεγγυότητα των ασφαλιστικών επιχειρήσεων.

Αναφορικά με το άρθρο 7 θα γίνουν προτάσεις έτσι ώστε:

  • η υποχρέωση για θέσπιση Εμπορικής Πολιτικής να περιορισθεί στους μεσίτες που διαθέτουν δίκτυα συνεργατών(παρ 1) αλλά και
  • να μην ευθύνεται ο Ασφαλιστικός Διαμεσολαβητής αν οι υπάλληλοι και οι συνεργάτες του παραβιάζουν την υποχρέωση που έχουν για επιμόρφωση καθώς και για επικαιροποίηση-πιστοποίηση των γνώσεών τους.

Για το άρθρο 8, που θίγει θέματα που αφορούν το Ελάχιστο περιεχόμενο των συμβάσεων ασφαλιστικής διαμεσολάβησης, κύκλοι της αγοράς πιστεύουν ότι πρέπει να προστεθεί διάταξη με την οποία θα δίδεται το δικαίωμα στον ασφαλιστικό διαμεσολαβητή να καταγγέλλει τη σύμβαση που έχει με την Ασφαλιστική Επιχείρηση. Στην περίπτωση αυτή αλλά και σε κάθε περίπτωση λύσης ή λήξης της σύμβασης να δικαιούται τη λήψη προμηθειών για τρία χρόνια. Παρόμοια προσθήκη, με πρόβλεψη λήψης των προμηθειών για τέσσερα χρόνια, αναμένεται να ζητηθεί και για την περίπτωση που η σύμβαση διακόπτεται λόγω θανάτου ή μόνιμης ολικής ανικανότητας του ασφαλιστικού διαμεσολαβητή.
Συνεχίζοντας τις προτάσεις και παρατηρήσεις τους, οι Ασφαλιστικοί Διαμεσολαβητές, λέγεται ότι θα αντιδράσουν και στην πρόβλεψη που γίνεται στην παράγραφο 1β του ίδιου άρθρου, για την θέση των στοιχείων των συνεργατών των ασφαλιστικών διαμεσολαβητών ως ελάχιστο περιεχόμενο των συμβάσεων, δεδομένου ότι η εφαρμογή της διάταξης είναι δύσκολη και επικίνδυνη λόγω των πολλών και συχνών μεταβολών. Τέλος, για το άρθρο αυτό, στην παράγραφο 1ε πρόκειται να ζητηθεί να προστεθεί η φράση «εκτός αν στη σύμβαση ορίζεται διαφορετικά».

Στο άρθρο 9 παρ 1 για την είσπραξη των ασφαλίστρων, ενστάσεις θα προβληθούν σχετικά με την ανάγκη πρόβλεψης,έτσι ώστε να τεθούν οι όροι και οι προϋποθέσεις είσπραξης(χρόνος απόδοσης ασφαλίστρων, έκδοση απόδειξης),όσον αφορά τη δυνατότητα περαιτέρω χορήγησης της είσπραξης σε συνεργάτες των Ασφαλιστικών Διαμεσολαβητών και να προστεθεί η φράση «εκτός αν στη σύμβαση ορίζεται διαφορετικά» στην παράγραφο 2.

Τέλος στο άρθρο 10, περί κυρώσεων, οι εμπλεκόμενοι φορείς και τα Διαμεσολαβούντα Πρόσωπα πιθανολογείται ότι θα ζητήσουν τα πρόστιμα να επιβάλλονται μόνο σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 10 του Π.Δ. 190/2006 και του άρθρου 120 του Ν.Δ. 400/1970 και όχι σύμφωνα  με το Καταστατικό Χάρτη της Τράπεζας της Ελλάδος, αφού θεωρούν ότι αυτός δεν αφορά τους Διαμεσολαβούντες και να παραλειφθεί η ποινή της ανάκλησης της άδειας λειτουργίας σε περίπτωση παραβάσεως, που χαρακτηρίζεται επαχθής και δεν είναι δυνατόν να τίθεται μέσω ενός Κώδικα Δεοντολογίας άλλα μόνο μέσω νομοθετικής ρύθμισης.

Η πρόταση των φορέων της αγοράς για θέσπιση αντίστοιχου Κανονισμού Συμπεριφοράς για τις πωλήσεις από direct δίκτυα ή από το internet πρέπει να θεωρείται δεδομένη.

Δείτε την πράξη της εκτελεστικής επιτροπής της Τραπέζης της Ελλάδος, που είναι το κείμενο προς διαβούλευση,εδώ.

© INSURANCE EEA 2024. All rights Reserved.
Designed by RDC Informatics